ἐκεῖ

ἐκεῖ
ἐκεῖ (not in Hom.), [dialect] Aeol. [full] κῆ Sapph.51 : [dialect] Dor. [full] τηνεῖ (q.v.):—Adv.
A there, in that place, opp. ἐνθάδε, Th.6.83 ;

οἱ ἐ. S.El.685

, etc.; τἀκεῖ what is or happens there, events there, E.Fr.578.5, Th.1.90 ; redundant,

οὗ ἦν ἐ. LXX 1 Ki.9.10

.
2 freq. as euphem. for ἐν Ἅιδου, in another world,

κἀκεῖ δικάζει τἀμπλακήματα Ζεὺς ἄλλος A.Supp.230

, cf. Ch.359 (lyr.), S.Ant.76 ;

εὐδαιμονοίτην, ἀλλ'ἐ. E.Med.1073

;

εὔκολος μὲν ἐνθάδ', εὔκολος δ' ἐκεῖ Ar.Ra.82

, cf. Pl.Phd.64a, al. ; in full,

ἐκεῖ δ' ἐν Ἅιδου E.Hec.418

; οἱ ἐ. euphem. for the dead, A.Ch.355 (lyr.), S.OT776, Pl.R. 427b, Isoc.14.61
.
3 Philos., in the intelligible world, Plot.1.2.7, 2.4.5, etc.
II with Verbs of motion, for ἐκεῖσε, thither,

ἐ. πλέομεν Hdt.7.147

; ἐ. ἀπικέσθαι v.l. in Id.9.108
;

ὁδοῦ τῆς ἐ. S.OC1019

;

οἱ ἐ. καταπεφευγότες Th.3.71

, cf. Plb.5.101.10 ;

βλέψον δὲ κἀκεῖ Men.Epit.103

.
III rarely, of Time, then, S.Ph.395 (lyr.), D.22.38.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ἐκεῖ — there indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εκεί — επίρρ. τοπ., για τόπο μακρινό ή που έγινε γι αυτόν λόγος πριν 1. σ εκείνο το μέρος· α. σε στάση: Εκεί είναι το μαγαζί. β. σε κίνηση προς κάποιο τόπο: Πάμε εκεί. 2. για ακριβέστερο προσδιορισμό των παραπάνω σημασιών εκφέρεται μαζί με λέξεις… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εκεί — και κει (AM ἐκεῑ) επίρρ. 1. σ εκείνη τη θέση, σ εκείνο το μέρος 2. προς εκείνη την κατεύθυνση 3. χρον. τότε 4. (με άρθρο) αυτός που βρίσκεται ή γίνεται σ έναν τόπο (α. «εἰσῆλθε λαμπρός, πᾱσι τοῑς ἐκεῑ σέβας», Σοφ. β. «τράβηξε προς τα κει») 5. με… …   Dictionary of Greek

  • ἔκει — κέω to lie down imperf ind act 3rd sg (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γαστὴρ οὐκ ἔκει ὦτα. — γαστὴρ οὐκ ἔκει ὦτα. См. У брюха нет уха …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Ἔνθα πολλοῖ ἀλέκτορες, ἐκει ἡμέρα οὐ γίγνεται. — ἔνθα πολλοῖ ἀλέκτορες, ἐκει ἡμέρα οὐ γίγνεται. См. У семи нянек дитя без глаза …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Ὅπου γὰρ ἡ λεοντῆ μὴ ἐιρικνεῖ ται, προσραπτέον ἐκεῖ τὴν ἀλωπεκῆν. — ὅπου γὰρ ἡ λεοντῆ μὴ ἐιρικνεῖ ται, προσραπτέον ἐκεῖ τὴν ἀλωπεκῆν. См. Где волчий рот, а где лисий хвост …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Ἔνθα πολλοὶ πτύουσι, πυλὸς ἐκεῖ γίνεται… — См. По капельке море, по зернышку ворох …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • τοὐκεῖ — ἐκεῖ , ἐκεῖ there indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τηνεί — ἐκεῖ there doric (indeclform adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”